«Πάλι το ξανάκανες… τα θαλάσσωσες. Είσαι καταδικασμένος στην αποτυχία, γιατί τάχα να συνεχίσεις την προσπάθεια;»
Αυτές οι αφοριστικές σκέψεις συχνά αντηχούν στο μυαλό όσων προσπαθούν ν’ανακάμψουν από τις ομόφυλες έλξεις ή άλλον εθισμό. Ίσως επειδή η ανάκαμψη από οποιαδήποτε εμμονή – ιδιαίτερα αν σε συνόδευε για χρόνια – είναι γεμάτη δυσκολίες και παγίδες. Κανείς δεν ξυπνά ένα πρωί «θεραπευμένος». Δεν υπάρχει γρήγορη λύση και ο δρόμος για την επούλωση και τον αγιασμό είναι συχνά μακρύς και απαιτεί σκληρή δουλειά και πνευματική μεταμόρφωση.
Μια από τις πιο μεγάλες προκλήσεις, που έχουμε ν’ αντιμετωπίσουμε όταν δίνουμε τον καλό αγώνα, είναι να αντιστεκόμαστε στην επικριτική φωνή του αντιδίκου μέσα μας που απειλεί ν’ ανατρέψει όλη την πρόοδό μας. Μας αντιπαραβάλλει ένα πρότυπο τελειότητας, έτσι ώστε, όταν παραπατήσουμε, να θεωρούμε ότι αποτύχαμε παταγωδώς και να ξεχνούμε ότι είμαστε τα αγαπημένα παιδιά του στοργικού Πατέρα που κρατά το χέρι μας σε κάθε βήμα της ανηφορικής πορείας μας.
Προσωπικά, άργησα να τα αντιληφθώ όλα αυτά. Ίσως επειδή είχα παραδοθεί για πολύ καιρό στον κορεσμό των σαρκικών μου ορέξεων και θεωρούσα ότι έτσι ήμουν ευτυχισμένος. Είχα αφεθεί σε επιθυμίες που, στην πραγματικότητα, όχι μόνο δε με συγκινούσαν αλλά και με εξευτέλιζαν. Παρακολουθούσα τον εαυτό μου να διολισθαίνει σταδιακά σε μια κτηνώδη ιδιοτέλεια που απαιτούσε να εκτονωθεί.
Σε κάποιες περιπτώσεις, πρέπει να φτάσεις στο σημείο να σε ναυτολογήσει ο θάνατος για να μπορέσεις να διακρίνεις μέσα σου τις ακτές του νοήματος της ζωής. Έτσι κι εγώ, είχα φτάσει στα όριά μου και ένιωθα ότι έπρεπε είτε ν’ αναδυθώ είτε να βουλιάξω. Αυτή η σπουδαία στιγμή της συνάντησης με τον αλλοτριωμένο εαυτό μου σήμανε και την απόφασή μου να επιστρέψω στον Πατέρα.
Όμως, όντας επηρεασμένος από το κοσμικό πνεύμα – όπου τα πάντα «κερδίζονται» και είναι αποτέλεσμα των προσωπικών μας συμπεριφορών, ταλέντων και επιδιώξεων – πίστευα ότι αρκούσε η ατομική μου προσπάθεια για να «κερδίσω» δικαιωματικά και τη χάρη του Θεού. Το αποτέλεσμα ήταν τα σχέδια μου να βαίνουν διαρκώς από επιθυμία σε ματαίωση και η αυτοπεποίθησή μου να υφίσταται πολλαπλά πλήγματα. Αποκαμωμένος πια από την προσωπική μου ανεπάρκεια, άρχισα να συνειδητοποιώ ότι είναι αδύνατο ν’ αγγίξω τον ουρανό με τα δικά μου πήλινα δάχτυλα.
Στο σημείο αυτό, ο Θεός μού έστειλε έναν επιστήθιο φίλο από τα παλιά, που μου υπέδειξε και με ώθησε με φιλάδελφη διάθεση στην εξομολόγηση, δηλαδή την πλήρη αυτοπαράδοση στην Θεία χάρη. Κάτω από το πετραχήλι του πνευματικού μαθητεύω στην μετάνοια, η οποία απαιτεί ταπείνωση αλλά αντιπαρέχει την πιο απίστευτη δύναμη. Στην πραγματικότητα, είμαστε όλοι ανάξιοι ενώπιον του Θεού και, όμως, Εκείνος μας σώζει, παραχωρώντας μας τη χάρη Του. Όχι επειδή είμαστε δίκαιοι, ή επειδή είμαστε καλοί άνθρωποι με καταμετρημένες αξιομισθίες, αλλά επειδή είμαστε φτιαγμένοι κατ’ εικόνα Του και Αυτός είναι αγαθός και ελεήμων.
Θα πρέπει να μην ξεχνούμε ότι η αποδοχή της χάρης του Θεού αναζωπυρώνει μέσα μας και τη δύναμη να συνεχίζουμε, ακόμα κι όταν τα πράγματα δυσκολεύουν ή έχουμε υποστεί πτώσεις. Ίσως, μάλιστα, τότε να αποκαλύπτεται περισσότερο η έκταση της αγάπης του Θεού, ειδικά στις πιο σκοτεινές στιγμές του ταξιδιού μας προς την μετάνοια. Κανείς δεν είναι τέλειος και, μερικές φορές, μπορεί η αλλαγή της νοοτροπίας να φαίνεται σαν μια αδύνατη επιδίωξη, αλλά τίποτα –απολύτως τίποτα– δεν είναι αδύνατο για το Θεό.
Ώς αντίδωρο, αφιερώνεται ταπεινά στον Μηνά Π. -όλβιον φίλον-, του οποίου οι ευχές και παροτρύνσεις με οδήγησαν στην οδό του Χριστού.
Κώστας, Θεσσαλονίκη