Ζούμε στην εποχή των ΛΟΑΤΚΙ δικαιωμάτων. Περισσότερες από 90 χώρες έχουν αναγνωρίσει σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό το δικαίωμα των ομοφυλόφιλων ανδρών και γυναικών να ζουν και να διαμορφώνουν τη ζωή τους κατά βούληση. Ο ομόφυλος γάμος, τα σύμφωνα συμβίωσης και οι κοινές υιοθεσίες είναι η αιχμή του δόρατος των κατά τόπους διεκδικήσεων.
Σύμφωνα με την κρατούσα άποψη του νομικού θετικισμού, τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι μία ακόμη έκφραση της βούλησης του νομοθέτη να ρυθμίσει την κοινωνία. Με άλλα λόγια τα ανθρώπινα δικαιώματα γεννιούνται και πεθαίνουν μέσα στις κοινωνίες. Αυτός είναι ο λόγος που διαφορετικά κράτη αναγνωρίζουν διαφορετικά δικαιώματα ή και διαφορετικούς βαθμούς προστασίας των ίδιων δικαιωμάτων. Άλλη είναι π.χ. η προστασία του δικαιώματος της ιδιοκτησίας σε ένα κομμουνιστικό κράτος και άλλη σε ένα καπιταλιστικό. Η αποτύπωση των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε διεθνή κείμενα στη μεταπολεμική τάξη αποτέλεσε τη μεγαλύτερή τους κατοχύρωση, αλλά οι διαφορές της εφαρμογής τους ανά τον κόσμο εξακολουθούν να είναι εντυπωσιακές.
Η νομική φύση των ανθρώπινων δικαιωμάτων οδήγησε αναπόφευκτα στην πολιτικοποίησή τους. Ειδικά, η φιλολογία γύρω από τα ΛΟΑΤΚΙ δικαιώματα αποτέλεσε κυρίαρχο ιδεολογικό πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης σε δεκάδες χώρες, ενώ σταδιακά αναδεικνύεται σε στοιχείο γεωπολιτικής περιχαράκωσης. Ειδικά για τους ομοφυλόφιλους, η διεκδίκηση των ατομικών μας δικαιωμάτων υπήρξε ιστορικά ο κύριος λόγος που οργανωθήκαμε και βγήκαμε στους δρόμους.
Ποιος είναι όμως ο σκοπός των ανθρώπινων δικαιωμάτων; Κύριος σκοπός είναι η προστασία του προσώπου από την αυθαιρεσία της εξουσίας, ο περιορισμός της δυνατότητας των εκάστοτε αρχόντων να παρεμβαίνουν στις ζωές των πολιτών. Γι’ αυτό και η απόκτηση νέων ατομικών δικαιωμάτων φαίνεται να αυξάνει την αίσθηση ευτυχίας των πολιτών. Αντίθετα, όσο ένα δικαίωμα εδραιώνεται και θεωρείται δεδομένο, η ευεργετική του επίδραση τείνει να ξεθωριάζει.
Ακόμη και τα αναγνωρισμένα δικαιώματα όμως δεν είναι απεριόριστα. Το κράτος τείνει να ρυθμίζει τον τρόπο άσκησής τους, ενώ κάποιες φορές μπορεί να χρησιμοποιούμε ένα δικαίωμα με τρόπο που προσβάλλει τα δικαιώματα άλλων πολιτών. Τότε μιλάμε για καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος.
Τα δικαιώματα του Θεού
Όσο σημαντικά κι αν είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα, πρέπει να ξεχωρίσουμε στο μυαλό μας τις δύο έννοιες δικαίωμα και ελευθερία. Στη συνταγματική γλώσσα οι δύο έννοιες είναι παρεμφερείς, αλλά στην ηθική και τη θεολογία μιλάμε για δύο ξεχωριστές καταστάσεις.
Αρχικά, σε αντίθεση με τις νομικές ελευθερίες που προκύπτουν από τον νόμο μέσα σε όρια καθορισμένα και περιορισμένα, η ηθική ελευθερία του ανθρώπου είναι έμφυτη ιδιότητα της ψυχής και είναι καταρχήν απεριόριστη. Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από τον Θεό κατ’ εικόνα Του, για αυτό κληρονόμησε από Αυτόν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, όπως η δημιουργικότητα, η διανόηση, η αυτοκυριαρχία και η ελεύθερη βούληση. Η ελευθερία της ψυχής είναι τέτοια που ο άνθρωπος μπορεί με τις επιλογές του να ομοιωθεί πλήρως με τον Δημιουργό Του ή αντίθετα να αποξενωθεί τελείως από Αυτόν.
Η ελεύθερη βούληση είναι από τα πιο ανεξάλειπτα χαρακτηριστικά του ανθρώπου. Είναι αυτό που λέγαμε στο σχολείο: “ο Θεός που είναι παντοδύναμος δημιούργησε μια πέτρα τόσο μεγάλη που δεν μπορεί να την σηκώσει”. Ακριβώς επειδή έτσι το ήθελε!
Η απεριόριστη αυτή ελευθερία όμως, όπως κάθε τι ανθρώπινο, κινδυνεύει από ασθένειες. Οι αρρώστιες της ψυχής ονομάζονται πάθη και περιορίζουν την ελευθερία μας, αναγκάζοντάς μας συχνά να κάνουμε πράγματα που δεν τα θέλουμε.
Όπως λέει χαρακτηριστικά ο Απόστολος Παύλος, “εσωτερικά συμφωνώ και χαίρομαι με όσα λέει ο νόμος του Θεού. Διαπιστώνω όμως πως η πράξη μου ακολουθεί έναν άλλο νόμο: Είναι ο νόμος της αμαρτίας που κυριαρχεί στην ύπαρξή μου και με κάνει αιχμάλωτό της” (Ρωμ. 7:23-24).
Κάποτε, ακόμη και η άσκηση των δικαιωμάτων μας μπορεί στην πράξη να περιορίζει την ελευθερία μας αντί να την καταφάσκει. Μας προειδοποιεί για αυτό η Αγία Γραφή: “Μερικοί λέτε: «Όλα μού επιτρέπονται». Σωστά, δεν είναι όμως όλα προς το συμφέρον μου. Όλα μού επιτρέπονται, εγώ όμως δεν θα αφήσω τίποτα να με υποδουλώσει” (Α΄ Κορ. 6:12). Και αλλού: “Ο Θεός σάς κάλεσε για να ζήσετε ελεύθεροι. Μόνο να μη γίνει η ελευθερία αφορμή για αμαρτωλή διαγωγή, αλλά με αγάπη να υπηρετείτε ο ένας τον άλλο” (Γαλάτας 5:13).
Πράγματι, η λέξη δικαιώματα συναντάται στην Αγία Γραφή όχι με την έννοια κάποιας συγκεκριμένης ελευθερίας αλλά με την έννοια της δικαιοσύνης, δηλαδή της αγιότητας και της παρουσίας του Θεού στη ζωή των ανθρώπων.
Η διεκδίκηση αυτής της δικαιοσύνης δεν έρχεται μέσα από την άσκηση κάποιων νομικών δικαιωμάτων, αλλά από την καταπολέμηση των παθών που μας κάνουν φορείς ποικίλης αδικίας στην καθημερινότητά μας. Τέτοια πάθη είναι ο εγωισμός, η υπεροψία, η φιλαργυρία, η σαρκικότητα κ.λπ.
Κατά περίπτωση, ο Χριστιανός καλείται ακόμη και να εγκαταλείψει τα νομικά ή ηθικά του δικαιώματα, για να κερδίσει την δικαιοσύνη του Θεού. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός που συνέβη σε κάποιο μοναστήρι. Ένα βράδυ στην τραπεζαρία, οι μοναχοί κορόιδευαν έναν μόναχο που ήταν ασθενής και έτρωγε αργά. Τους άκουσε εκείνος και εξοργισμένος μετά το πέρας του δείπνου πήγε στον ηγούμενο και του παραπονέθηκε:
— Καλά, γέροντα, δεν ακούτε; Άρρωστος είμαι. Χίλια δυο είπαν μπροστά σας και εσείς δεν αντιδράτε; Να τους μαλώσετε.
Αλλά ο γέροντας τού απάντησε:
— Άκουσε, παιδί μου. Όλα τα άκουσα και κατάλαβα πολύ καλά τι έγινε. Όμως, έχω να σου πω το εξής: Κατά το δίκαιο των ανθρώπων, εσύ δικαιούσαι όχι μόνο να τους βρίσεις αλλά ακόμη και να τους δείρεις, γιατί αυτά που σου είπαν ήταν απαράδεκτα. Όμως, η δική μας δικαιοσύνη δεν είναι το δίκαιο των ανθρώπων αλλά είναι αυτό εδώ…
Ο γέροντας σήκωσε στα χέρια του το ευαγγέλιο και συνέχισε:
— Και σύμφωνα με αυτό, πρέπει βγαίνοντας από εδώ, να πας να τους ζητήσεις συγγνώμη που θύμωσες!
Βλέπουμε λοιπόν ότι μέσα στην Εκκλησία δικαιοσύνη είναι ο σταυρός, η θυσία. Αυτό τον δρόμο μάς έδειξε ο Χριστός μας.
Κι αυτό γιατί η ηθική δικαιοσύνη δεν κατακτάται με την άσκηση των νόμιμων δικαιωμάτων μας (τα οποία είναι ουδέτερα) αλλά με την άσκηση των δικαιωμάτων του Θεού.
Ψάλλουμε καθημερινά στην Εκκλησία μας: “Ευλογητός είσαι, Κύριε. Δίδαξέ με τα δικαιώματά σου“. Τα δικαιώματα του Θεού είναι οι εντολές Του, τις οποίες μας έδωσε για να μπορέσουμε να ζήσουμε αρμονικά μεταξύ μας και να προετοιμαστούμε ψυχικά για να Τον γνωρίσουμε.
Ως δημιουργός μας ο Θεός γνωρίζει τέλεια τον προορισμό μας, τις προδιαγραφές μας, τις προϋποθέσεις για να περιφρουρήσουμε την ελευθερία μας και να κατακτήσουμε την ευτυχία. Γι’ αυτό, μας έδωσε τα δικά Του δικαιώματα, τις εντολές Του ως πολύτιμες οδηγίες για τη ζωή μας.
Ποιος όμως είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την ελευθερία μας και από τι θέλει να μας προφυλάξει ο Θεός;
Τα δικαιώματα του διαβόλου
Ο Θεός δεν έδωσε μόνο στον άνθρωπο ελεύθερη βούληση. Την έδωσε και στον Σατανά, ο οποίος δυστυχώς έκανε την χειρότερη δυνατή χρήση της και από φωτεινός άγγελος κατέληξε να γίνει αμετανόητος εχθρός του Θεού. Έγινε η προσωποποίηση του εγωισμού και της αποστασίας, αφού επιδίωξε να γίνει θεός χωρίς τον Θεό.
Συνεχίζοντας τις καταστροφικές του επιλογές, ο διάβολος προσπαθεί να επιβάλει την εξουσία του στους ανθρώπους, τραβώντας μας σε αμαρτωλά μονοπάτια, που μας απομακρύνουν από τα δικαιώματα του Θεού. Δυστυχώς, κάθε φορά που αμαρτάνουμε, παραχωρούμε στον διάβολο δικαίωμα στην καρδιά μας. Τα πάθη, που αναφέραμε παραπάνω, γίνονται τα όργανα με τα οποία οι δαίμονες μάς επηρεάζουν και εδραιώνουν την εξουσία τους.
Είναι σίγουρα θλιβερό ότι εμείς οι ίδιοι δίνουμε την άδεια στον διάβολο να μας κάνει κουμάντο. Ο διάβολος από μόνος του δεν έχει καμία εξουσία και δεν έχει δικαίωμα να πειράξει ούτε ένα ζώο. Το βλέπουμε αυτό στα ευαγγέλια στο περιστατικό από τη χώρα των Γαδαρηνών. Όμως, όταν οι άνθρωποι ανοίγουμε στον διάβολο την πόρτα της ψυχής με τις αμαρτίες μας, τότε αυτός αποκτά πάνω μας δικαιώματα που με πολύ κόπο θα μπορέσουμε να τα ανακτήσουμε.
Τραγικό! Αντί να ακολουθεί ο άνθρωπος τις συμβουλές του Δημιουργού, Του γυρίζει την πλάτη και δίνει δικαιώματα στον μεγαλύτερο δικτάτορα, τον χειρότερο δυνάστη, τον διάβολο. Όσο περισσότερες και όσο βαρύτερες αμαρτίες κάνουμε, τόσο μεγαλύτερη γίνεται η εξουσία του επάνω μας.
Ευτυχώς, όμως, όλα αυτά μπορούν να διορθωθούν με τη μετάνοια. Συμβουλεύει ο Άγιος Παΐσιος:
Να πάνε τουλάχιστον οι άνθρωποι σε έναν Πνευματικό να εξομολογηθούν, να φύγει η δαιμονική επίδραση, για να μπορούν να σκέφτονται λιγάκι. Τώρα δεν μπορούν ούτε να σκεφτούν από την δαιμονική επίδραση. Η μετάνοια, η εξομολόγηση κόβει το δικαίωμα του διαβόλου.
Ομοφυλοφιλία και ελευθερία
Μετά από όσα είδαμε παραπάνω, θα διαπιστώσουμε ότι το ζήτημα της ομουλοφιλίας έχει καταστεί αντικείμενο νομικής ρύθμισης με την αναγνώριση αστικών και όχι μόνο δικαιωμάτων. Ταυτόχρονα αποτελεί μία κατάσταση για την οποία η θεία δικαιοσύνη έχει ξεκάθαρες προτάσεις και προειδοποιήσεις. Το ίδιο όμως ζήτημα χρησιμοποιείται και από τον μισόκαλο διάβολο, ώστε να αποκτήσει δικαιώματα επάνω μας. Δυστυχώς, οι περισσότεροι ομοφυλόφιλοι άνδρες και γυναίκες έχουμε δώσει τεράστια δικαιώματα στον πονηρό, παραβιάζοντας τα δικαιώματα του Θεού και κάνοντας κατάχρηση των δικών μας δικαιωμάτων.
Όμως δεν είναι αργά. Μπορούμε σήμερα να επιστρέψουμε στον Θεό και να του ζητήσουμε να μας ελευθερώσει από τα πάθη μας. Και θα το κάνει, αφού ο Ίδιος έγινε άνθρωπος και απελευθέρωσε “όσους είχαν καταδικαστεί από τον διάβολο να είναι δούλοι σε όλη τους τη ζωή” (Προς Εβραίους 2:15).
Με τη δική Του θυσία η οποία έχει άπειρη αξία μπορούμε να ανακτήσουμε την ελευθερία μας. Ας επιστρέψουμε σε Αυτόν με μετάνοια, πριν χειροτερέψουν τα πράγματα για μας. Μας κατευθύνει σχετικά ο Άγιος Παΐσιος:
“Όλοι έχουμε πάθη κληρονομικά, αλλά αυτά δεν μας βλάπτουν. Είναι όπως γεννιέται κάποιος με μία ελιά στο πρόσωπο. Αυτή του δίνει ομορφιά, αν όμως την ξεσκαλίσει, μπορεί να δημιουργηθεί ακόμη και καρκίνος. Να μην αφήνουμε τον διάβολο να ξεσκαλίζει τα πάθη. Αν τον αφήσουμε να ξεσκαλίζει την αδυναμία μας, τότε δημιουργείται πνευματικός καρκίνος.
Να έχουμε την πνευματική λεβεντιά, να περιφρονούμε τον διάβολο και όλα τα πονηρά του τηλεγραφήματα –τους λογισμούς– και να μην ανοίγουμε συζήτηση μαζί του. Όλοι οι δικηγόροι να μαζευτούν, δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα με ένα μικρό διαβολάκι. Για να κόψουμε τις σχέσεις με τον πειρασμό και να αποφύγουμε τους πειρασμούς, πολύ βοηθάει το να κόψουμε τις συζητήσεις μαζί του.
Μας συνέβη κάτι; Μας αδίκησαν; Μας έβρισαν; Να εξετάσουμε αν σφάλαμε. Αν δεν σφάλαμε, έχουμε μισθό. Δεν χρειάζεται συνέχεια. Όποιος συνεχίζει να συζητάει με το ταγκαλάκι (τον διάβολο), του πλέκει μετά “δαντέλα” και τον αναστατώνει. Τον κάνει να τα εξετάζει με την ταγκαλίστικη νομική και τον αγριεύει…”
Στο εξής ας προσέξουμε, παιδιά, για να σώσουμε την ελευθερία μας.