[Απόσπασμα από εκτενέστερη δημοσίευση. Οι επισημάνσεις δικές μας]
Περι εκείνων που ήδη έχουν βρεθεί έξω από την φυσική πραγματικότητα του φύλου τους
Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν παρασυρθεῖ ἀπὸ τὸ πάθος τῆς ὁμοφυλοφιλίας (διευκρινίζεται ἐδῶ ὅτι δὲν συγκαταλέγονται σὲ αὐτοὺς ὅσοι ἔχουν νιώσει ὁμοφυλοφιλικὲς ἔξεις, ἀλλὰ αὐτὲς δὲν κατάφεραν νὰ τοὺς παρασύρουν καὶ νὰ τοὺς ὁδηγήσουν νὰ τὴν κάνουν πράξη), τὸ ἔχουν κάνει, εἴτε ἐπειδὴ ἄλλοι κάποτε παρὰ τὴν θέλησή τους τοὺς κακοποίησαν, ἤ ἐπειδὴ τοὺς ἀποπλάνησαν χωρὶς νὰ τοὺς δώσουν περιθώριο νὰ σκεφτοῦν καὶ νὰ ἐπιλέξουν, ἤ ἐπειδὴ τοὺς πίεσαν καὶ ὑπέκυψαν νὰ τὸ δεχθοῦν μὲ τὸ μὴ ὑπεύθυνο ἀνώριμο μυαλὸ τους σὲ νεανικὴ ἡλικία, ὁπότε τοὺς ἀποπροσανατόλισαν, εἴτε κάποιος θέλησε καὶ ἐπέλεξε ἐνεργήσει ὁμοφυλοφιλικά, ὅντας γιὰ κάποιο λόγο ἐπιρρεπὴς καὶ ἔχοντας κάποια ἀδυναμία (ἕνας τέτοιος λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο κάποιος μπορεῖ νὰ ἔχει ἀδυναμία καὶ νὰ εἶναι ἐπιρρεπὴς εἶναι ὁ πιθανὸς ἀποπροσανατολισμὸς, ὅπως αὐτὸς τῶν παραπάνω περιπτώσεων, ἀλλὰ ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας καὶ αὐτὸς μέσα στὴν παιδεῖα ἀπὸ τὴν κυβέρνηση καὶ ὅποιους ἐκπαιδευτικοὺς συγκατατίθενται καὶ ὑλοποιοῦν τὶς σχετικὲς ἀποφάσεις της, ὅπως αὐτὴ τῆς θεματικῆς ἑβδομάδας «περὶ ἐμφύλων ταυτοτήτων καὶ ἀποδόμησης ἐμφύλων στερεοτύπων»).
Ὁποιοσδήποτε ὅμως, εἴτε σὲ ἄλλες περιπτώσεις μπορεῖ νὰ εἶναι εὐκολότερο, πιὸ πιθανό αὐτό, εἶτε σὲ ἄλλες περιπτώσεις μπορεῖ νὰ εἶναι δυσκολότερο, λιγότερο πιθανό, μπορεῖ νὰ ἔρθει σὲ ἐπίγνωση τῆς παρεκτροπῆς καὶ τοῦ παραλογισμοῦ σὲ αὐτὴν τὴν παραφύση κατάσταση, ὅσο καὶ ἄν ἔχει παγιδευτεῖ σὲ αὐτή ὡς ἐκείνη τὴν στιγμή, καὶ νὰ θελήσει νὰ ἀπελευθερωθεῖ ἀπὸ τὸ πάθος καὶ νὰ ἐπαναβρεῖ τὴν φυσική ὁδό ζωῆς. Τότε μπορεῖ νὰ συναντά τεράστια δυσκολία γιὰ νὰ καταφέρει κάτι τέτοιο ἐρχόμενος ἀντιμέτωπος μὲ τὴν ἀνυποχώρητη ροπὴ τοῦ πάθους, ποὺ ἀπαιτεῖ νὰ συνεχίσει νὰ τὸν κρατά δέσμιό του. Ὡστόσο αὐτὸ ποὺ τοῦ συμβαίνει δὲν εἶναι κάτι διαφορετικὸ ἀπὸ ὅτι συμβαίνει καὶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις, ὅταν κάποιος ἔχει παρασυρθεῖ ἀπὸ ἕνα ἀπὸ τὰ ὑπόλοιπα πάθη, ὅπως γιὰ παράδειγμα πορνεία. Ἐδῶ ἰσχύει ὁ ἁγιογραφικὸς λόγος “Πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος, ὅτι Χριστὸς Ἰησοῦς ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον ἁμαρτωλοὺς σῶσαι” (Α’ Τιμ. 1,15), ποὺ σημαῖνει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς σώσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἔχοντας ἔρθει γι᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς στὸν κόσμο, καὶ γιὰ νὰ μᾶς σώσει σταυρώθηκε ποὺ εἶχε ὡς ἐπόμενο καὶ νὰ ἀναστηθεῖ, καὶ μὲ τὴν στροφὴ τοῦ καθένα μας πρὸς τὸν Χριστὸ καὶ τὸ Σταυρό Του ἡ σωτηρία του μπορεῖ νὰ γίνει καὶ γι’ αὐτὸν πραγματικότητα. Αὐτὴ ἡ στροφὴ σημαῖνει μετάνοια καὶ ζωὴ μέσα στὴν Ἐκκλησία, μετέχοντας στὰ μυστήριά Της, μὲ τὴν δύναμη καὶ τὴν χάρη τῶν ὁποίων καὶ τὴν προσωπική προσπάθεια καὶ ἀγώνα, νικᾶται τὸ πάθος τῆς ὁμοφυλοφιλίας, ὅπως καὶ κάθε ἄλλο.
Επίλογος
Κοντὰ στὸν Χριστὸ καὶ μόνο ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γνωρίσει τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη, καὶ μόνο ἐν Χριστῶ μπορεῖ νὰ ἀναπτύσσει μιὰ συνεχῶς τελειότερη σχέση πραγματικῆς ἀγάπης μὲ τὸν πλησίον. Μέσα στὴν ἔγγαμη σχέση ἀγάπης, ἡ ὁποία συνοδεύεται καὶ ἀπὸ τὴν ἀλληλοσυμπλήρωση τὴν ὁποῖα καθιστὰ δυνατὴ ἡ φυσικὴ διαφορὰ τῶν δύο φύλων, ποὺ χάρη σὲ αὐτὴν ὁ ἕνας νιώθει ὁλοκληρωμένος μέσω τῆς συναντήσεώς του μὲ τὸν ἄλλο, ὁ σκοπὸς εἶναι καὶ οἱ δυό τους, καὶ ὁ ἕνας καὶ ὁ ἄλλος, ὁ κάθε ἕνας στὸ πρόσωπο τοῦ ἄλλου ποὺ συναντά, νὰ ἔρθει σὲ συνάντηση τελικὰ καὶ μὲ Ἐκεῖνον, ποὺ ἔχει πλάσει καὶ τὸν ἄλλο ἄνθρωπο, τὸν σύντροφό του μὲ τὸν ὁποῖο εἶναι ἑνωμένος μαζί του, ἀλλὰ καὶ τὸν ἴδιο, καὶ Αὐτὸς εἶναι ποὺ τοὺς ἔδωσε τὴν δυνατότητα νὰ ἔρθουν μαζὶ, ὅπως καὶ τοὺς ἕνωσε τελικὰ μαζί. Ἔτσι ἡ ἀγάπη τους ἐντὸς τοῦ Χριστοῦ ἀποκτὰ μιὰ καινούργια προοπτικὴ, μὲ τὴν ὁποία αὐτὴ ὑπάρχει ὡς μέρος τῆς ἀγάπης μεταξὺ Κτίστου καὶ πλάσματος, ἡ ὁποία εἶναι ἀνεξάντλητη, ἄπειρη καὶ αἰώνια, καὶ τὴν ὁποῖα βιώνουν ἄνευ σημασίας πιὰ ἅν τὸ ζοῦν καθένας ξεχωριστὰ ἤ ὡς ζεύγος ἑνωμένοι μαζὶ. Ἡ φύση λοιπὸν ὁδηγεῖ στὸ ὑπερ τὴν φύση, ἐνῶ τὸ παρὰ τὴν φύση ἐγλωβίζει στὴν ἐνδοκοσμικὴ σφαίρα τῆς ὕλης καὶ τῆς φαντασίας, τοῦ πρόσκαιρου καὶ τῆς φθοράς. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ ἀναγνωρίζουμε τὸν ρόλο τῆς φύσης ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Δημιουργό της καὶ νὰ τὴν σεβόμαστε, γιατὶ ἔτσι δείχνουμε τὸν σεβασμό μας πρὸς Ἐκεῖνον ποὺ τὴν δημιούργησε. Διαφορετικὰ ἄν τὴν παραβιάζουμε, παραβιάζουμε τὰ λόγια καὶ τὶς ἐντολές Του, καὶ ἀσεβοῦμε πρὸς Ἐκεῖνον, ὁπότε ἔτσι κλείνουμε καὶ τὸν δρόμο μέσω τοῦ ὁποίου μποροῦμε νὰ συναντήσουμε Αὐτόν. Ὅμως τὸ νὰ ἀγαπήσουμε ἀληθινὰ, ποὺ εἶναι καὶ ὁ σκοπὸς ποὺ ὑπάρχουμε, μποροῦμε νὰ τὸ κατακτήσουμε μόνο ἄν συναντήσουμε Αὐτὸν ποὺ μᾶς ἔκανε νὰ ὑπάρχουμε, καθῶς Ἐκεῖνος εἶναι ἡ ἀγάπη καὶ ἀπὸ Ἐκεῖνον ἡ ἀγάπη ἐκπηγάζει, καθῶς “ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν” (A’ Iω. 4, 8).
Βασίλειος Εὐσταθίου
Δρ. Φυσικός, πτ. ΕΚΠΑ Κ. Θεολογίας