Τον Ιανουάριο, το Ινστιτούτο για τη Μελέτη της Σεξουαλικής Ταυτότητας (ISSI), υπό την καθοδήγηση της Δρ. Όλυα Ζαπορόζετς και του Δρ. Μαρκ Γιάρχαουζ, διεξήγαγε μία έρευνα σχετικά με τους ψυχολογικούς παράγοντες και την πνευματικότητα των εγκρατευόμενων ομοφυλόφιλων Χριστιανών * , που σχετίζονται με την ευημερία τους. Η Christine Baker, υποψήφια διδάκτορας του ISSI, ολοκλήρωσε πρόσφατα την ανάλυση και την έκθεση των συνειλεγμένων δεδομένων στη διατριβή της, που επιγράφεται “Τύποι Δεσμού, Ευημερία, Συναισθηματική Οδύνη και Πνευματικότητα των Εγκρατευόμενων Ομοφυλόφιλων Χριστιανών”.
Όπως φαίνεται και στον τίτλο της διατριβής της διδάκτορος (πλέον) Baker, οι τέσσερις παράγοντες που μελετήθηκαν στον πληθυσμό των εγκρατευόμενων ομοφυλόφιλων Χριστιανών ήταν ο τύπος δεσμού, η ευημερία, η συναισθηματική οδύνη και η πνευματικότητα. Όταν έκανε ανασκόπηση των αποτελεσμάτων από τα κλινικά ερωτηματολόγια και τη δημογραφική έρευνα των 118 συμμετεχόντων, η ερευνητική ομάδα εντόπισε κάποια εντυπωσιακά και κάποια αναμενόμενα αποτελέσματα. Για να αρχίσουμε με τα εντυπωσιακά, αυτή η ομάδα των συμμετεχόντων ήταν αρκετά έως πολύ ευχαριστημένοι με τη ζωή τους. Αυτό προκάλεσε έκπληξη, καθώς προηγούμενες έρευνες πρότειναν ότι η κοινωνική υποστήριξη αποτελούσε τον ισχυρότερο προγνωστικό παράγοντα της ευημερίας στα ομοφυλόφιλα και αμφιφυλόφιλα πρόσωπα (Lyons, Pitts, & Grierson, 2013). Δεδομένου ότι οι εγκρατευόμενοι ομοφυλόφιλοι Χριστιανοί δεν ταιριάζουν ξεκάθαρα σε κάποια ομάδα, καθώς θεωρούνται είτε “πολύ gay” από τους συντηρητικούς Χριστιανούς είτε “όχι αρκετά gay” από τους ενεργούς σεξουαλικά ομοφυλόφιλους (Urquhart, 2014), οι ερευνητές υπέθεσαν ότι αυτή η ομάδα θα είχε χαμηλά επίπεδα ευημερίας καθώς συχνά στερούνται ενός ισχυρού συστήματος υποστήριξης. Ωστόσο, σε αυτό το δείγμα, τα ερωτηματολόγια ευημερίας απαντήθηκαν με ένα μέσο όρο ικανοποίησης 80% ή και περισσότερο, σε έξι από εννέα πτυχές της ζωής (συγκεκριμένα: “η ποιότητα ζωής σας”, “η υγεία σας”, “πόσο ασφαλής νιώθετε;”, “νιώθετε κομμάτι της κοινότητάς σας;”, “η πνευματικότητά σας” και “η ζωή σας συνολικά”). Βρήκαμε ότι κάποια από αυτή τη διαφοροποίηση οφειλόταν στα επίπεδα της εξωτερικής θρησκευτικότητας: τον υψηλό βαθμό οργανωμένης και μη οργανωμένης θρησκευτικής δραστηριότητας που συσχετίζεται με υψηλό βαθμό ευημερίας.
Ένα άλλο μη αναμενόμενο αποτέλεσμα των δεδομένων αφορούσε τα επίπεδα συναισθηματικής οδύνης στην ομάδα των εγκρατευόμενων ομοφυλόφιλων Χριστιανών. Προηγούμενες μελέτες σχετικά με την κοινότητα των ομοφυλόφιλων και αμφιφυλόφιλων προσώπων πρότειναν ότι αυτή η ομάδα συμμετεχόντων βιώνει υψηλότερα επίπεδα συναισθηματικής οδύνης από τους ετεροφυλόφιλους ομολόγους τους (Bolton & Sareen, 2011; Bostwick, Boyd, Hughes, & McCabe, 2010). Ωστόσο, το δείγμα των 118 εγκρατευόμενων ομοφυλόφιλων Χριστιανών εμφάνιζε υποκλινικά επίπεδα κατάθλιψης, άγχους και στρες, με το 70% και πλέον της ομάδας των συμμετεχόντων να εμπίπτει στο φυσιολογικό εύρος και στις τρεις επί μέρους κλίμακες. Αυτό που δεν προκάλεσε έκπληξη ήταν η σύνδεση μεταξύ του τύπου δεσμού και της συναισθηματικής οδύνης. Οι βαθμοί της κατάθλιψης, του άγχους και του στρες επηρεάζονταν σημαντικά από τον τύπο δεσμού, με τον ασφαλή τύπο δεσμού να συσχετίζεται με σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα κατάθλιψης, άγχους και στρες από τον ανήσυχο ή φοβικό-αποφευκτικό τύπο δεσμού. Αυτό το αποτέλεσμα υποστηρίζει την προσωπική μαρτυρία όσων λένε ότι η κοινότητα και η κοινωνική υποστήριξη είναι απαραίτητες γι’ αυτή την ομάδα (Hill, 2015; Nouwen, 1996).
Επίσης, σε ευθυγράμμιση με όσα έχουν γραφεί από αυτούς τους εγκρατευόμενους ομοφυλόφιλους Χριστιανούς συγγραφείς, η έρευνά μας διαπίστωσε ότι πολλοί από τους συμμετέχοντες (48,3%) είχαν υψηλό βαθμό άγχους για το δεσμό και χαμηλό βαθμό αποφυγής του δεσμού, που συσχετίζεται με έναν ανήσυχο τύπο δεσμού. Αυτός ακολουθείται από το 24,6% των συμμετεχόντων που εμφανίζουν χαμηλό βαθμό τόσο άγχους όσο και αποφυγής του δεσμού, που συσχετίζεται με έναν ασφαλή τύπο δεσμού. Ο φοβικός-αποφευκτικός τύπος κατέλαβε την τρίτη θέση με το 21,2% των συμμετεχόντων να βιώνουν υψηλά επίπεδα τόσο άγχους για το δεσμό όσο και αποφυγής του δεσμού. Τέλος, μόνο το 5,9% των συμμετεχόντων εντάσσεται στην απορριπτική-αποφευκτική κατηγορία, που αντιπροσωπεύει εκείνους που εμφανίζουν χαμηλό βαθμό άγχους για το δεσμό και υψηλό βαθμό αποφυγής του δεσμού (Εικόνα 1). Για να διασαφηνίσουμε αυτά τα αποτελέσματα για αυτούς που δεν ανήκουν στην κοινότητα των επαγγελματιών ψυχικής υγείας, το άγχος περί το δεσμό ορίζεται ως ο φόβος απόρριψης ή εγκατάλειψης. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια ισχυρή ανάγκη αποδοχής και ένα υψηλό επίπεδο συναισθηματικής οδύνης, όταν ο έτερος σύντροφος δεν είναι διαθέσιμος. Η αποφυγή του δεσμού ορίζεται ως ο φόβος της διαπροσωπικής εξάρτησης ή οικειότητας. Τα πρόσωπα με υψηλή αποφυγή του δεσμού έχουν μία υπέρμετρη ανάγκη για αυτάρκεια και είναι διστακτικοί να αποκαλύψουν τον εσωτερικό εαυτό του (Wei, Russell, Mallinckrodt, & Vogel, 2007). Αυτό το υψηλό επίπεδο ανήσυχων ατόμων είναι λογικό, δεδομένων των υψηλών επιπέδων μοναξιάς και άγχους για την εγκατάλειψη, που περιγράφηκαν εμπειρικά από τους εγκρατευόμενους ομοφυλόφιλους Χριστιανούς (Norris, 1996; Nouwen, 1996; Sipe, 2011). Η σχέση μεταξύ του δεσμού και της συναισθηματικής οδύνης που εντοπίζεται σε αυτή τη μελέτη είναι σημαντικό να λαμβάνεται υπόψη κατά τη δημιουργία υποστηρικτικών δομών για τους εγκρατευόμενους ομοφυλόφιλους Χριστιανούς. Οι προτάσεις περιλαμβάνουν την παραγωγή υλικού για τη θεραπεία των τραυμάτων δεσμού, την παροχή ευκαιριών για σύνδεση με ασφαλείς φιγούρες δεσμού και η βαθιά δέσμευση στις φιλίες (Hill, 2015).
Τέλος, ένα άλλο αναμενόμενο αποτέλεσμα ήταν τα υψηλά επίπεδα εσωτερικής και εξωτερικής πνευματικότητας σε αυτή την ομάδα. Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη καθώς τόσο ο ομοφυλόφιλος και αμφιφυλόφιλος πληθυσμός (Pew Research Center, 2015) όσο και ο εγκρατευόμενος πληθυσμός (Abbott, 2000; Olivera, 2004) τείνουν να έχουν μεγάλο ενδιαφέρον για την πνευματική ζωή. Σύμφωνα με την τρέχουσα έρευνα, ο συνδυασμός υγιών δεσμών και ενός πνευματικού νοήματος ζωής είναι ένας συνδυασμός απαραίτητος για την ψυχοκοινωνική πνευματική υγεία μέσω χαμηλότερων βαθμών συναισθηματικής οδύνης και υψηλότερων βαθμών ευημερίας.
Και τώρα; Ενώ σημαντικά τραύματα περί το δεσμό και/ή ανησυχητικά επίπεδα κατάθλιψης ή άγχους μπορεί να απαιτούν αντιμετώπιση από επαγγελματία ψυχικής υγείας, υπάρχουν πολλά που μπορεί να κάνει η Εκκλησία και όσοι υποστηρίζουν τους εγκρατευόμενους ομοφυλόφιλους Χριστιανούς. Η εκκλησιαστική εκπαίδευση είναι ζωτικής σημασίας για την υποστήριξή τους, δεδομένου ότι πολλοί σε αυτό τον πληθυσμό θα αναζητήσουν καθοδήγηση πρωτίστως από την εκκλησιαστική τους ηγεσία. Αν οι υγιείς δεσμοί αποτελούν το κλειδί για τη μείωση της κατάθλιψης, του άγχους και του στρες, όπως υποστηρίζει αυτή η έρευνα, η Εκκλησία πρέπει να ανταποκριθεί με δεκτικές καρδιές και συνεπείς φιλίες.
Η ελπίδα μου με τη δημοσίευση αυτών των δεδομένων είναι τριπλή. Πρώτα και κύρια, ελπίζω να δικαιολογήσω τις εμπειρίες των εγκρατευόμενων ομοφυλόφιλων Χριστιανών. Οι προσωπικές μαρτυρίες, που διάβασα στα πλαίσια της ανασκόπησης της βιβλιογραφίας για τη διατριβή μου, μιλούν πάντα για τη μοναξιά, τη σύγχυση και το “αίσθημα τρέλας”. Ελπίζω ότι μέσω αυτής της έρευνας, αυτός ο πληθυσμός θα λάβει αναγνώριση για τον πόνο του και θα του παρασχεθεί η ελπίδα για ένα διαφορετικό μέλλον. Αυτό με οδηγεί στο δεύτερο σκοπό μου, που είναι να παράσχω ελπίδα στον πληθυσμό των εγκρατευόμενων ομοφυλόφιλων Χριστιανών. Αυτός ο πληθυσμός έχει αμεληθεί τόσο πολύ στην ψυχολογική έρευνα και η ελπίδα μου είναι ότι αυτή η μελέτη θα είναι μεταξύ των πρώτων από τις πολλές που θα γίνουν, ώστε να σταθούμε αποτελεσματικά στο πλευρό αυτής της ομάδας. Τελικά, εύχομαι ότι αυτή η μελέτη θα αποτελέσει ένα κάλεσμα προς την Εκκλησία για να αναλάβει δράση. Καλούμαστε να βαστάζουμε ο ένας τα βάρη του άλλου και αυτό είναι ένα βάρος που έχει αγνοηθεί επί τόσον καιρό…
Περισσότερες πληροφορίες στον ιστότοπο του ISSI.
Dr. Christine Baker, συντομευμένη μορφή
* Με τη φράση “εγκρατευόμενος ομοφυλόφιλος Χριστιανός” αποδόθηκαν οι όροι “celibate gay Christian” και “side B gay Christian” του πρωτοτύπου που αναφέρονται σε ομοφυλόφιλους Χριστιανούς που είναι άγαμοι και για θρησκευτικούς λόγους απέχουν από σεξουαλικές δραστηριότητες.↩