Οι άνθρωποι διαφέρουν σε κάποια χαρακτηριστικά που έχουν σχέση με τη σεξουαλικότητα. Αυτά συμπεριλαμβάνουν:
- το φύλο: τη βιολογική ταυτότητα ενός προσώπου
- το σεξουαλικό προσανατολισμό: το φύλο, ίδιο ή αντίθετο, προς το οποίο έλκεται σαρκικά το πρόσωπο
- τη σεξουαλική επιθυμία ή ορμή: το βαθμό της έλξης (δυνατό ή αδύναμο)
- διαφορές των φύλων ως προς την τάση της διέγερσης:
- άνδρες: πολλαπλοί σύντροφοι
- γυναίκες: μοναδικός σύνδεσμος με ένα σύντροφο
- την ταυτότητα του φύλου: τα σεξουαλικά χαρακτηριστικά που θεωρεί ότι έχει κάποιος, όπως αυτά ορίζονται από την κοινωνία, και ανεξάρτητα από το βιολογικό φύλο.
Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε αμέσως ότι ο ομοφυλοφιλικός προσανατολισμός δεν είναι ψυχιατρική διαταραχή ούτε είναι αυτός καθ’ εαυτόν αμαρτωλός. Επίσης, ίσως η ομοφυλοφιλία δεν είναι μια ενιαία κατάσταση. Όπως στον αλκοολισμό θα πρέπει να μιλάμε για είδη αλκοολισμού, που διαφέρουν στη βάση βιολογικών καθώς και πολιτισμικών και κοινωνικών παραγόντων (Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρεία, Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών Τέταρτη Έκδοση-Δοκιμαστική Αναθεώρηση [DSM-IV-TR], 2000), έτσι θα πρέπει ενδεχομένως και στην ομοφυλοφιλία να μιλούμε για είδη ομοφυλοφιλίας.
Πιθανότατα υπάρχει ένα υποσύνολο, που περιλαμβάνει αυτούς που εισέρχονται στην ομοφυλοφιλία από επιλογή τους. Για αυτά τα πρόσωπα ίσως έχουν υπάρξει κοινωνικοί και άλλοι παράγοντες μάθησης, που τους οδήγησαν σε αυτές τις πράξεις. Ωστόσο, υπάρχουν επιστημονικές αποδείξεις ότι υπάρχουν και βιολογικοί παράγοντες που εμφανίζονται σε άλλα υποσύνολα προσώπων με ομοφυλοφιλικό προσανατολισμό (Camperio-Ciani, Corna, Capiluppi, 2004; Savic, Berglund & Lindstrom, 2005). Ο Camperio-Ciani εκτιμά ότι στις μέρες μας ένα 20% της διακύμανσης στο σεξουαλικό προσανατολισμό μπορεί να αποδοθεί σε γενετικούς παράγοντες, ενώ το άλλο 80% απαιτεί περαιτέρω διασάφηση και πιθανόν να περιλαμβάνει άλλους βιολογικούς παράγοντες καθώς επίσης και κοινωνικά και συναισθηματικά στοιχεία.
Οι μελέτες σε ετεροφυλόφιλους καταδεικνύουν ότι στην τρέχουσα επιστημονική βιβλιογραφία υπάρχει έντονη η άποψη ότι υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες, όσον αφορά τη δύναμη της έλξης μεταξύ των δύο φύλων. Οι άνδρες διεγείρονται πιο δυνατά και πιο γρήγορα προς πολλές γυναίκες. Οι γυναίκες διεγείρονται πιο δυνατά και πιο βαθιά από έναν άνδρα, με τον οποίον συνδέονται και ο οποίος τις προστατεύει (Buss, 1994; Rasa, Vogel & Voland, 1989).
Ορθόδοξη ανθρωπολογία
Οι Πατέρες της Εκκλησίας, μη γνωρίζοντας την ορολογία της σύγχρονης ψυχολογίας, χρησιμοποίησαν τον όρο “πάθος” για να περιγράψουν τις σωματικές μας προδιαθέσεις, και συμπεριέλαβαν στον ορισμό τους τόσο το αντικείμενο της επιθυμίας όσο και την ισχύ της έλξης αυτή καθ’ εαυτήν. Είναι απίθανο να υποθέσουμε ότι η βιολογία μας αποτελεί το υλικό υπόστρωμα αυτών των παθών; Αυτό δεν σημαίνει ότι τα πάθη δεν υπάρχουν και στο μυαλό (το γνωστικό περιεχόμενο) ή ότι δεν επηρεάζουν το νου (δηλ. το πνευματικό κέντρο). Έχουμε πλασθεί σύνθετοι από ψυχή και σώμα και, όταν μετά την πτώση του Αδάμ αφήσαμε τη φυσική μας κατάσταση της εσωτερικής αρμονίας, επηρεάστηκαν τόσο οι ψυχές όσο και τα σώματά μας.
Ότι τα πάθη ίσως έχουν βιολογικό στοιχείο καταδεικνύεται από τους Πατέρες της Εκκλησίας στις διδασκαλίες τους για τον τρόπο λειτουργίας των παθών. Ο Μέγας Μακάριος έγραψε:
“Μπορούμε να καλλιεργήσουμε την ικανότητα να διακρίνουμε το σωστό και το λάθος, αν κατανοήσουμε τις τρεις κινήσεις που οδηγούν στο πάθος: η πρώτη είναι η φυσική κίνηση, η οποία είναι σύμφυτη με το σώμα μας και δεν γεννά τίποτε το αμαρτωλό ή το ένοχο στη συνείδηση, αλλά απλά του γνωρίζει ό,τι υπάρχει μέσα στο σώμα – όπως η πείνα”.
Η διδασκαλία του αγίου Μακαρίου μπορεί να ερμηνευτεί στο φως των λόγων του αγίου Μάρκου του Ασκητού:
“Οι ορέξεις του φυσικού σώματος εκφράζονται με “αθώο” τρόπο. Αισθανόμενοι τις νύξεις της πείνας, ετοιμάζουμε φαγητό και τρώμε για να χορτάσουμε”.
Με απλά λόγια αυτό σημαίνει ότι οι σκέψεις μπορεί να έρχονται σε μας αθέλητα, ή και ξαφνικά. Ωστόσο, μέχρι να συνδυάσουμε αυτές τις σκέψεις με τη θέλησή μας, δεν αποτελούν ούτε αρετή ούτε κακία, αλλά απλά αποκαλύπτουν την κλίση της θέλησής μας. Ο σεξουαλικός προσανατολισμός και η σαρκική επιθυμία ταιριάζουν άψογα σε αυτή την ερμηνεία. Αυτός είναι ένας άλλος λόγος γιατί ο όρος “βιολογικό υπόβαθρο” είναι κατάλληλος για να μιλήσουμε για το σεξουαλικό προσανατολισμό, και γιατί τα πάθη μπορεί να είναι εξ ίσου κατάλληλα.
Η ορθόδοξη ανθρωπολογία μιλά για “φυσικές κινήσεις” και “κλίσεις”, που, όταν τις δεχόμαστε με τη θέλησή μας, οδηγούν σε περισσότερα πάθη και περισσότερη αμαρτία. Πιστεύω ότι αυτό που ονομάζουμε “φυσικές κινήσεις” δεν ταυτίζεται με την “αληθή φύση” του ανθρώπου, αλλά εμφανίζεται ως αποτέλεσμα της πεπτωκυίας κατάστασής μας. Ωστόσο, θεωρώ πως αυτές οι προσεγγίσεις των Αγίων Πατέρων είναι και ποιμαντικά και κλινικά χρήσιμες για την αντιμετώπιση τόσο ομοφυλόφιλων όσο και ετεροφυλόφιλων προσώπων, που προσπαθούν να ζήσουν την εν Χριστώ ζωή.
Κλινικοί και ποιμαντικοί παράγοντες
Τα χριστιανικά πρότυπα συμπεριφοράς υπάρχουν ανεξάρτητα από το σεξουαλικό προσανατολισμό. Ένας ετεροφυλόφιλος άνδρας, φερ’ ειπείν, παρά τις κλίσεις και την προδιάθεσή του προς πολλές γυναίκες καλείται από το Θεό να συνδεθεί με μία γυναίκα σε γάμο (Morelli 2004). Στην ποιμαντική και κλινική συμβουλευτική των ετεροφυλοφίλων τονίζω ότι έχουμε αυτά τα πάθη (ή τις κλίσεις) για σεξουαλική δραστηριότητα εκτός γάμου με πολλαπλές γυναίκες (αυτό που οι Πατέρες ονομάζουν πορνεία), αλλά ως Χριστιανοί καλούμαστε να τα ξεπεράσουμε – να θεραπευτούμε από αυτή την πνευματική οδύνη – και να ζήσουμε μια ζωή εν Χριστώ. Στους ομοφυλόφιλους δίνω την ίδια απάντηση. Ο ομοφυλόφιλος έχει την κλίση, το πάθος για ομοφυλοφιλική δραστηριότητα, αλλά η κλήση του από το Θεό είναι να ξεπεράσει αυτό το πάθος. Είναι ένας δύσκολος αγώνας, αλλά με τη χάρη του Θεού όλα είναι εφικτά.
Κλινικά και ποιμαντικά δεν θα επιχειρούσα ποτέ να θεραπεύσω την ομοφυλοφιλία μεταβάλλοντας το αντικείμενο της σεξουαλικής επιθυμίας (δηλ. το σεξουαλικό προσανατολισμό), εκτός εάν ορισμένος ασθενής (ή πνευματικοπαίδι μου) αισθανόταν ξεκάθαρη εσωτερική παρακίνηση να το κάνει αυτό.
Του π. Γεωργίου Μορέλλι