Για να είναι νικητές στον “αόρατο πόλεμο” οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί με ομόφυλες έλξεις και επιθυμίες, πρέπει να αποκαλύψουν τα σαρκικά τους αισθήματα στους ιερείς, τους εξομολόγους, τους πνευματικούς πατέρες και τους στοργικούς φίλους τους. Είναι κρίσιμο, επομένως, οι ιερείς και οι ποιμένες της Εκκλησίας να είναι ειλικρινείς, αγαπητικοί, συμπάσχοντες Χριστιανοί, που αγωνίζονται για τις δικές τους αμαρτίες, εξομολογούνται τα δικά τους αμαρτήματα, μετανοούν για τις δικές τους αποτυχίες και λαμβάνουν καθοδήγηση για τη δική τους πνευματική ζωή από τους δικούς τους ποιμένες και οδηγούς. Πρέπει να είναι πραγματικοί πατέρες και μητέρες, αληθινοί αδελφοί και αδελφές, και γνήσιοι φίλοι και συνοδοιπόροι για εκείνους με τους οποίους “εργάζονται τη δική τους σωτηρία με φόβο και τρόμο”, επειδή ο Θεός “εργάζεται και στους δύο για να επιθυμούν και για να ενεργούν σύμφωνα με το θέλημά Του” (Φιλιππησίους 2:12-13).
Αποτελεί παραδοσιακή Ορθόδοξη διδασκαλία ότι οι επίσκοποι της Εκκλησίας πρέπει να είναι άνδρες με καθαρή πίστη και ζωή, που είναι εξαιρετικά προσεκτικοί ποιον χειροτονούν και ποιον διορίζουν σε ιερατικές και ποιμαντικές θέσεις. Είναι επίσης παραδοσιακή Ορθόδοξη διδασκαλία ότι οι άνθρωποι πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεκτικοί στην επιλογή των διδασκάλων, των ποιμένων, των εξομολόγων και των συμβούλων για τους εαυτούς τους και για τα παιδιά τους. Δεν πρέπει ποτέ να ανοίγονται σε όσους δεν εμπιστεύονται και για την αγάπη των οποίων δεν είναι βέβαιοι, ούτε πρέπει να επιτρέπουν στα παιδιά τους να κάνουν κάτι τέτοιο. Οπωσδήποτε δεν πρέπει να κάνουν “coming out” για τους πνευματικούς τους αγώνες, ειδικά τους σαρκικούς, σε όποιον-όποιον. Αλλά πρέπει να κάνουν “coming out” σε κάποιον, αν πρόκειται να λάβουν υποστήριξη, καθοδήγηση και θεραπεία για τα αμαρτωλά πάθη και τις αμαρτωλές τους ενέργειες.
Η ποιμαντική φροντίδα στην Ορθοδοξία είναι, εξ ορισμού, η άσκηση της ποιμαντικής οικονομίας. Καθώς κανένας δεν τηρεί κάθε πτυχή της χριστιανικής πίστης τέλεια και αυστηρά, πρέπει να υπάρχει πρόνοια και να γίνονται προσαρμογές για εκείνους που δεν είναι πλήρως επιτυχείς στους αγώνες τους. Αυτό σημαίνει ότι η ποιμαντική οικονομία προορίζεται για κάθε μέλος της Εκκλησίας, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τώρα ή αργότερα, χωρίς εξαιρέσεις. Σημαίνει επίσης ότι οι ποιμένες και οι σύμβουλοι πρέπει να έχουν διάκριση τι μπορούν να περιμένουν από τον κάθε άνθρωπο, δεδομένων των συνθηκών της ζωής τους. Πρέπει να έχουν τη χάρη και την ικανότητα να γνωρίζουν να συμβουλεύουν κατά τρόπο που να βοηθά ρεαλιστικά τους ανθρώπους στο φωτισμό και την πνευματική τους ανάπτυξη. Σημαίνει ακόμη ότι κατά καιρούς θα πρέπει να είναι υπομονετικοί με την εφάμαρτη συμπεριφορά, ενώ ταυτόχρονα ποτέ δεν πρέπει να την επιδοκιμάζουν, καθώς οι άνθρωποι προσπαθούν να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα, να δουν τα πράγματα καθαρά, να παραδεχθούν τις πραγματικότητες της ζωής τους και να δεσμευθούν πλήρως να αναπτυχθούν “εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού” (Εφεσίους 4:13).
Για τα πρόσωπα με ομόφυλες έλξεις στον καιρό μας, δεδομένων όλων όσα συμβαίνουν τώρα στον βαθύτατα διαταραγμένο κόσμο μας, η Ορθόδοξη Χριστιανική ποιμαντική φροντίδα απαιτεί εξαιρετική διάκριση, υπομονή, συμπόνοια και αγάπη. Απαιτεί μια εξαιρετική ικανότητα να ακούς, να βλέπεις και να καταλαβαίνεις, να λες τα σωστά πράγματα με αγάπη και να υποφέρεις υπομονετικά, συχνά με επώδυνη, προσευχητική και ελπιδοφόρα σιωπή. Απαιτεί μια θέληση εκ μέρους των ποιμένων, των γονέων, των συμβούλων και των φίλων όχι απλά να “κάνουν το κάτι παραπάνω” για τους φίλους και τους συγγενείς τους με ομόφυλες επιθυμίες, αλλά να επιμείνουν να συμπορευτούν μαζί τους μέχρι το τέλος, ανεξαρτήτως συνθηκών. Αυτή η ποιμαντική φροντίδα απαιτεί μια μόνιμη δοκιμασία της πίστης και της αγάπης μας, μια άρνηση να καταδικάσεις τον άλλον και μια ετοιμότητα να δώσεις τη ζωή σου για να ζήσουν οι άλλοι. Απαιτεί ακόμη οι Χριστιανοί με ομόφυλες έλξεις να αγαπούν και να είναι υπομονετικοί με τους συμβούλους τους, ακούγοντάς τους προσεκτικά, προσευχόμενοι με ζήλο ώστε να τους διακονούν σωστά και να μην τους κάνουν κανένα κακό.
Επειδή η πλειονότητα όσων θεωρούνται σήμερα Χριστιανοί και η πλειονότητα των μελών των Ορθόδοξων εκκλησιών δεν έχουν σχεδόν καθόλου ευαγγελιστεί και διδαχθεί τη χριστιανική πίστη, η κατάλληλη ποιμαντική φροντίδα με τη σοφή διάκριση και κατάλληλη οικονομία είναι πολύ σπάνιο να βρεθούν. Και επειδή ο καιρός μας κυριαρχείται από ανθρώπους των οποίων το μόνο κριτήριο συμπεριφοράς είναι τα υποκειμενικά τους αισθήματα και οι εμπειρίες τους ενημερωμένες με αυτό που θεωρούν ως την τελευταία λέξη της σύγχρονης επιστήμης, η ποιμαντική φροντίδα και φιλία, ακόμη και από τους ίδιους τους γονείς και πνευματικούς μας, είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρεθούν και να εκπληρωθούν.
Η Ορθοδοξία πρεσβεύει, ωστόσο, ότι αυτοί που επιθυμούν την καθοδήγηση και την υποστήριξη στο δρόμο του Χριστού και του Αγίου Πνεύματος θα τη βρουν και θα τη λάβουν. Οι παροιμίες “Όταν ο μαθητής είναι έτοιμος, εμφανίζεται ο δάσκαλος” και “Το στόμα του γέροντα ανοίγει από την επιμονή του αναζητητή” είναι Ορθόδοξα Χριστιανικά φρονήματα, που βασίζονται στις υποσχέσεις του Κυρίου, που έχουν αποδειχθεί αληθινές στη ζωή αμέτρητων ανθρώπων. Και, όπως πιστοποιούν ομόφωνα οι ίδιοι οι άγιοι γέροντες, όλοι έχουμε την Αγία Γραφή, τις ακολουθίες της Εκκλησίας και τα κείμενα και τα παραδείγματα των αγίων, μέσω των οποίων ο Υιός και Λόγος του Θεού μπορεί να μας καθοδηγήσει, εν τη απουσία σοφών γερόντων. Προϋπόθεση για να καθοδηγηθούμε, βέβαια, είναι να είμαστε αληθινά ταπεινοί και να θέλουμε ειλικρινά να διδαχθούμε, να καθοδηγηθούμε και να γιατρευτούμε από το Θεό.
π. Θωμάς Hopko