Η ομοφυλοφιλία δεν είναι κάτι καινούργιο. Υπάρχουν κείμενα ήδη από την Παλαιά Διαθήκη, που έχουν ασχοληθεί με το θέμα αυτό. Αυτό που είναι καινούργιο στην κοινωνία μας είναι η δημόσια προβολή και προώθηση αυτού του τρόπου ζωής και η διά νόμου προστασία του. Πολλά από όσα ισχύουν στο λόγο του Θεού για τις σεξουαλικές σχέσεις εκτός γάμου εφαρμόζονται και στις ομοφυλοφιλικές σχέσεις. Η Αγία Γραφή και οι Πατέρες της Εκκλησίας μιλούν ανοιχτά για το θέμα αυτό και κατατάσσουν τις σχέσεις αυτές στις αφύσικες και ανήθικες συμπεριφορές.
Κι αν γεννιέσαι έτσι;
Αυτό που περιπλέκει το θέμα είναι ο σύγχρονος ισχυρισμός ότι οι ομοφυλόφιλοι μπορεί να είναι γενετικώς προδιατεθειμένοι για αυτή τη συμπεριφορά και άρα δεν μπορούν να αντισταθούν και γι’ αυτό συμπεριφέρονται με τον τρόπο αυτό. Ωστόσο, και αυτό το επιχείρημα και το επιχείρημα ότι τα παιδιά γίνονται ομοφυλόφιλα αντιδρώντας στις αρρωστημένες σχέσεις των ενηλίκων γύρω τους, εξευτελίζει τα πρόσωπα αυτά υποστηρίζοντας ότι δεν μπορούν να κυριαρχήσουν επί των παθών τους ή επί της προσωπικής τους κατεύθυνσης στη ζωή.
Και οι ετεροφυλόφιλοι και οι ομοφυλόφιλοι καλούμαστε όλοι να ελέγξουμε τα πάθη μας. Το σεξ εκτός γάμου για έναν ομοφυλόφιλο είναι εξ ίσου λάθος όσο και για έναν ετεροφυλόφιλο. Το να λέμε ότι κάποιος έχει μεγαλύτερη δύναμη να μην αμαρτήσει από ό,τι κάποιος άλλος ισοδυναμεί με το να αρνούμαστε την προσωπική ελευθερία και την ικανότητα να επιλέγει ελεύθερα τις πράξεις του. Ισοδυναμεί με το να πούμε ότι οι ομοφυλόφιλοι έχουν λιγότερο έλεγχο πάνω στις ορμές τους από ό,τι οι ετεροφυλόφιλοι και ότι ο ένας είναι πιο ελεύθερος από τον άλλον. Ο ισχυρισμός ότι έλκονται φυσικά προς τους ομόφυλούς τους και αυτό θα πρέπει να είναι αποδεκτό, δεν είναι πιο πετυχημένος από τον ισχυρισμό, ότι ένας ετεροφυλόφιλος έλκεται προς άτομα του αντίθετου φύλου και άρα θα πρέπει να είναι ελεύθερος να εκφράζει τις σαρκικές του ορμές οποτεδήποτε και με οποιαδήποτε επιθυμεί.
Ομοίως, το επιχείρημα περί γενετικής προδιάθεσης εξευτελίζει το πρόσωπο λέγοντας ότι είναι ανίκανο να επιλέξει να πράξει το σωστό. Είναι παρόμοιο με το επιχείρημα ότι θα πρέπει με γενετικές εξετάσεις να ελέγχουμε αν κάποιος είναι προδιατεθειμένος προς την κλοπή ή το φόνο και έτσι να του κολλάμε την ταμπέλα ή ακόμη και να περιορίζουμε τις δραστηριότητές του, μόνο και μόνο επειδή διαθέτει ένα τέτοιο γονίδιο, χωρίς να ελέγχουμε τον προσωπικό αγώνα, που καταβάλλει για να κάνει το σωστό και να απόσχει από του να ενεργήσει σύμφωνα με την προδιάθεσή του.
Αγάπη προς τον αμαρτωλό, όχι προς την αμαρτία
Η Εκκλησία μάς καλεί να είμαστε στοργικοί και αγαπητικοί προς όλους τους ανθρώπους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι για να τους αγαπάμε όλους, θα πρέπει να αποδεχτούμε όλες τις συμπεριφορές ως καλές. Η Εκκλησία έχει προ πολλού διδάξει ότι καλούμαστε να αγαπάμε όλους τους ανθρώπους, αλλά όχι όλες τις πράξεις τους. Όταν κάποιος απορρίπτει την ομοφυλοφιλική συμπεριφορά, απορρίπτει τη συμπεριφορά και όχι το πρόσωπο. Ακόμη και αν ένας ομοφυλόφιλος πέφτει, και πάλι καλούμαστε να τον αγαπάμε ως πρόσωπο και να του φερόμαστε με σεβασμό, όπως θα θέλαμε κι εμείς να μας φέρονται στις προσωπικές μας πτώσεις.
Οι ομοφυλοφιλικές πράξεις στην Αγία Γραφή
Ο π. Στάνλεη Χάρακας στο βιβλίο του “Σύγχρονα Ηθικά Ζητήματα” περιγράφει καθαρά τη διδασκαλία της Εκκλησίας σχετικά με τις ομοφυλοφιλικές πράξεις.
Όσον αφορά τις ομοφυλοφιλικές πράξεις, η παραδοσιακή και αποκλειστική διδασκαλία της Εκκλησίας είναι καταδικαστική και θεωρεί αυτές τις πράξεις ως ηθικώς εσφαλμένες. Έναντι των ομοφυλοφιλικών πράξεων, καθώς και όλων των άλλων μορφών εσφαλμένης σαρκικής έκφρασης (προγαμιαίες σχέσεις, μοιχεία, πορνεία, αιμομιξία, κτηνοβασία, αυνανισμός), η Εκκλησία διδάσκει ότι το μόνο κατάλληλο πλαίσιο για την άσκηση της σαρκικής λειτουργίας είναι ο γάμος.
Οι πηγές της πίστης μας, χωρίς καμιά εξαίρεση, θεωρούν τις ομοφυλοφιλικές πράξεις ως ηθικώς εσφαλμένες. Στην Παλαιά Διαθήκη, διαβάζουμε:
“Αν κάποιος πάει με έναν άνδρα, όπως πηγαίνει με μία γυναίκα, και οι δύο διέπραξαν κάτι το σιχαμερό” (Λευιτικό ιη΄ 22 και κ΄ 13).
Στην πόλη τον Σοδόμων ο Θεός απέστειλε βαριά τιμωρία για αυτή την αμαρτία (Γεν. ιθ΄ 1-29) και γι’ αυτό η ομοφυλοφιλική πράξη ονομάζεται και σοδομισμός.
Μιλώντας γι’ αυτή την αμαρτωλή πράξη, η Καινή Διαθήκη τη χρησιμοποιεί για να περιγράψει τις “κακές επιθυμίες” της πεπτωκυίας ανθρωπότητας:
“Οι γυναίκες τους αντάλλαξαν τη φυσική λειτουργία με την παρά φύση, και ομοίως οι άνδρες εγκατέλειψαν τη φυσική λειτουργία των γυναικών και κάηκαν από την επιθυμία που είχαν ο ένας για τον άλλον, και πράττουν άνδρες με άνδρες την ασέλγεια” (Ρωμ. α΄ 26-27).
Αλλού αυτή η κακία συσχετίζεται με κάποιες άλλες και εξαγγέλλεται βαριά τιμωρία:
“Δεν ξέρετε ότι οι άδικοι δε θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού; Μην απατάσθε. Ούτε οι σαρκομανείς ούτε οι ειδωλολάτρες ούτε οι μοιχοί ούτε οι εκθηλυσμένοι ούτε οι αρσενοκοίτες (: δηλαδή αυτοί που έρχονται σε σαρκική μίξη με άλλους άνδρες) ούτε οι πλεονέκτες ούτε οι κλέφτες ούτε οι μέθυσοι ούτε οι συκοφάντες ούτε οι άρπαγες δε θα κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού” (Α΄ Κορ. στ΄ 9-10).
Η διαχρονική θέση της Εκκλησίας
Η πατερική παράδοση είναι εξ ίσου ομόφωνη και ξεκάθαρη στην κρίση αυτή. Από τις Διδαχές των Δώδεκα Αποστόλων του 2ου αιώνα μέχρι τα κείμενα των Πατέρων του Χρυσού Αιώνα της Εκκλησίας, όπως των αγίων Βασιλείου, Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Αυγουστίνου, Γρηγορίου Νύσσης (4ος και 5ος αιώνας), από τον Κώδικα του Ιουστινιανού του έκτου αιώνα και τους Κανόνες του αγίου Ιωάννου του Νηστευτή (αρχές 7ου αιώνα) μέχρι τις αποφάσεις του 20ου αιώνα, η διδασκαλία είναι συνεπής και αδιαφοροποίητη: οι ομοφυλοφιλικές πράξεις είναι ανήθικες και εσφαλμένες.
Ο π. Παύλος Οκάλαγκαν γράφει στην “Επιθεώρηση Χριστιανικής Βιοηθικής”:
Η θεώρηση του θεϊκού σχεδιασμού και σκοπού του σεξ αποκαλύπτει αυτόματα γιατί το ομοφυλοφιλικό σεξ, η μοιχεία, οι προγαμιαίες σχέσεις, η πορνεία, ο αυνανισμός και όλες οι άλλες μορφές σεξ εκτός γάμου είναι ηθικά αποκλίνουσες. Με καμιά από αυτές τις πράξεις δεν μπορεί να επιτευχθεί η αληθής πραγμάτωση της ενότητας, επειδή βρίσκονται εκτός της θεοΐδρυτης γαμικής ένωσης, την παραβιάζουν ή τη διαστρέφουν θεμελιωδώς. Όλα αυτά ισχύουν και για την ομοφυλοφιλία. Δεδομένου ότι η ενοποιός ορμή για την εμπειρία της ένωσης πραγματώνεται μέσα από το “σύνδεσμο των αντιθέτων”, δηλαδή την επιθυμία του άνδρα και της γυναίκας να αναπαραγάγουν την αυθεντική ενότητά τους όπως ο Αδάμ, είναι ξεκάθαρο ότι η επιθυμία της ένωσης με το ίδιο φύλο είναι ένα πάθος που προήλθε από τη διαστροφή των ταγμένων από το Θεό νόμων της φύσης.
Κάτι πάει πολύ στραβά, όταν ένας άνδρας επιζητεί να ολοκληρωθεί μέσω της ένωσης με έναν άλλο άνδρα. Αυτός είναι ο λόγος που ο Απόστολος Παύλος υποστηρίζει ότι η ομοφυλοφιλία είναι “ενάντια στη φύση” (Ρωμ. α΄ 26-27). Δεν είναι μόνο ότι κάποιες γενετήσιες πράξεις είναι αρρωστημένες, ασυνήθιστες ή απεχθείς. Είναι ότι η ίδια η φύση του ομοφυλοφιλικού ενστίκτου έρχεται σε αντίθεση με το πώς μας δημιούργησε ο Θεός ως ανθρώπους, κατ’ εικόνα Του, ως άνδρα και γυναίκα.